- ἰδιόχειρα
- ἰδιόχειροςautographedneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Χάμερτον, Φίλιπ - Τζίλμπερτ — (Hamerton, 1834 – 1894). Άγγλος τεχνοκριτικός, χαλκογράφος και μυθιστοριογράφος. Το 1855 δημοσίευσε συλλογή ποιημάτων με τον τίτλο Τα νησιά της Λοχ και την εικονογράφησε ιδιόχειρα. Ανάμεσα στο 1856 και 1857 έζησε στη Σκοτία, όπου ασχολήθηκε με τη … Dictionary of Greek
αυτόγραφος — η, ο αυτός που γράφτηκε ιδιόχειρα: Άφησε αυτόγραφη διαθήκη. Το ουδ. ως ουσ., αυτόγραφο, το ιδιόχειρο γραπτό … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ιδιόχειρος — η, ο επίρρ. ιδιόχειρα και ιδιοχείρως αυτός που γίνεται με τα ίδια τα χέρια κάποιου: Ιδιόχειρη υπογραφή. – Παρέδωσε την επιστολή ιδιοχείρως … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
υπογραφή — η 1. όνομα προσώπου γραμμένο ιδιόχειρα κάτω από κείμενο, για να δείξει ότι έγραψε το κείμενο ο ίδιος ή ότι εγκρίνει το περιεχόμενό του. 2. επίσημη επικύρωση συμφωνίας, συνομολόγηση: Υπογραφή σύμβασης … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)